Ερευνητικοί Άξονες

Άξονας Α:
Ι. Καταγραφή γλυπτών: Στο πλαίσιο του πρώτου άξονα ερευνητικού ενδιαφέροντος, δημιουργήθηκε μία διαδικτυακή βάση δεδομένων, όπου θα περιληφθούν τα γλυπτά και τα αρχιτεκτονικά μέλη, δημοσιευμένα (Φλωράκης 2001. Φλωράκης 2005. Κουτελάκης 2015, σποραδικά) και αδημοσίευτα (που εντοπίζονται κατόπιν επιτόπιων ερευνών των μελών και των συνεργατών του Έργου), από την Τήνο που χρονολογούνται στη Βυζαντινή εποχή και την περίοδο της Λατινικής κυριαρχίας. Δεδομένου ότι αρκετά από αυτά βρίσκονται ακόμα εντοιχισμένα σε ναούς, η συστηματική καταγραφή τους γίνεται σε άμεσο συσχετισμό με τα εκάστοτε μνημεία, ώστε να προκύψει μία συνολική εικόνα για τη διασπορά τους στο νησί και παράλληλα να προκύψουν και συνοπτικές πληροφορίες για το εκάστοτε μνημείο.

ΙΙ. Καταγραφή κεραμικής: Ως προς την κεραμική, που αποτελεί μία από τις βασικές κατηγορίες κινητών ευρημάτων, είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι τώρα δεν υπάρχουν δημοσιευμένες πληροφορίες για κατηγορίες κεραμικής που χρονολογούνται στην προαναφερθείσα εποχή και προέρχονται από θέσεις του νησιού. Σε αυτό το ζητούμενο της έρευνας φιλοδοξεί να ανταποκριθεί η συστηματική μελέτη της κεραμικής που εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια σωστικών ανασκαφών της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ στη Χώρα της Τήνου, τη μελέτη και δημοσίευση της οποίας έχει ήδη αναλάβει η Α. Γιαγκάκη.

Άξονας Β:
Από τα πολυάριθμα σημεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που έχουν κατά το παρελθόν εντοπιστεί στο νησί και σχολιαστεί από αρκετούς μελετητές, το ενδιαφέρον του έργου επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα ιστάμενα μνημεία:
Ι. στο κάστρο Εξωμβούργου,
ΙΙ. στον ναό της Αγίας Αναστασίας στα Ρέντια,
ΙΙΙ. στους ναούς στη θέση «Βρυσιά» και
ΙV. στον ναό στη θέση «Παλιόκκλησα».

Ι. Λόγω της γεωγραφικής θέσης του απόκρημνου βράχου «Ξώμπουργου», φυσικά οχυρής και δοκιμασμένης από αρχαιοτάτων χρόνων θέσης, και της σημασίας του στην ιστορία του νησιού, διαχρονικά, έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετητών, κυρίως ιστορικών. Η σημερινή κατάσταση διατήρησής του είναι αποτέλεσμα της ολοσχερούς καταστροφής του την περίοδο της κατάληψής του από τους Τούρκους, το 1715. Παρόλ’ αυτά ένα μεγάλο μέρος της οχύρωσης διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, με τοίχους να ξεπερνούν σε ύψος τα 4μ., ενώ διατηρούνται και μέρη κτηρίων καθώς και δεξαμενών. Οι απόψεις που έχουν διατυπωθεί τόσο για θέματα ονομασίας, όσο και για τις φάσεις οχύρωσης που διακρίνονται και για τα βασικά κτήρια, εκκλησιαστικά και κοσμικά, είναι αρκετές, όμως δεν προέρχονται από πρωτογενή, συστηματική ανασκαφική έρευνα (Armao 1938, 60-118. Anaclerio κ.ά. 1998-1999, 2-56. Κουτελάκης 2001, 103, 129, 248-249, 274, 464 φωτ. 138α-δ, 516 φωτ. 232. Παπαδία-Λάλα 2005, 171-198. Φώσκολος 2005α, 123-124, 137. Φώσκολος 2005β, 157, 179-181, 192. Κουτελάκης 2015, 51-57, 59, 263-285, 297-305, 346). Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου ερευνητικού έργου έχει ξεκινήσει βασική αποτύπωση του εσωτερικού της οχύρωσης, με έμφαση στον πιο πρώιμο πυρήνα του Κάστρου. Παράλληλα, διενεργούνται ανασκαφικές τομές σε επιλεγμένα σημεία του ανώτερου τμήματος του Κάστρου, προκειμένου μέσω αυτών να προκύψουν περισσότερο σαφή στοιχεία για τις φάσεις της ιστορίας του.

ΙΙ. Ο ναός της Αγίας Αναστασίας στη θέση «Ρέντια» βρίσκεται στην ενδοχώρα του νησιού, ανάμεσα στους οικιστικούς πυρήνες της Κώμης και του Κάτω Κλείσματος. Στη σημερινή του μορφή πρόκειται για δισυπόστατο ναό (Δημητροκάλλης 2004, 34) του 16ου-17ου αι. (Κουτελάκης 2015, 47). Έχει, όμως, κτιστεί πάνω σε μια τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική, από την οποία διατηρούνται εμφανώς τμήματα της αψίδας της καθώς και των πλάγιων, εξωτερικών τοίχων (Δημητροκάλλης 2003, 401-404, εικ. 2. Κουτελάκης 2015, 46-47). Παρά το ότι το μνημείο είναι εύκολα προσβάσιμο από τους επισκέπτες, δεδομένου του ότι βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο που ενώνει το χωριό της Κώμης με εκείνα του Κάτω Κλείσματος και της Καλλονής, και παρά το ότι είναι, με τα έως τώρα δεδομένα, το μοναδικό σωζόμενο σε αρκετό ύψος μνημείο της ενδοχώρας του νησιού που βάσει της μορφολογίας του μπορεί να αναχθεί στην πρωτοβυζαντινή περίοδο, δεν είχε μέχρι τώρα αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής έρευνας. Η έρευνα που προγραμματίζεται αφορά σε στοχευμένες τομές προκειμένου να αποκαλυφθούν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του παλαιότερου ναού, καθώς και στοιχεία του αρχιτεκτονικού του τύπου, που θα βοηθήσουν στη χρονολόγηση αλλά και τη διερεύνηση της ιστορίας της περιοχής που φαίνεται ότι έχει κατοικηθεί από την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Ας σημειωθεί ότι κοντά στο ναό της Αγίας Αναστασίας εντοπίζεται η περιοχή «Λιβάδι της Αγιάς», όπου στη ρεματιά γύρω από αυτό, εντοπίζονται ερείπια βυζαντινού ναού και διάσπαρτα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη (Φόνσος 2010, 16).

ΙΙΙ. Στη θέση «Βρυσιά» διατηρούνται σε ερειπιώδη κατάσταση δύο μονόχωροι ναοί σε ύψωμα, ο ένας σε πολύ κοντινή απόσταση από τον άλλο, πάνω από τον οικισμό Κελ(λ)ιά (Καλλονή) (Φόνσος 2010, 16-17). Οι ναοί αυτοί παρά το ότι σώζονται σχεδόν καθ’  ύψος και διατηρούν μέλη του αρχιτεκτονικού τους διακόσμου ήταν σχεδόν άγνωστοι στην έως τώρα έρευνα με εξαίρεση την αναφορά σε αυτούς του π. Α. Φόνσου (†) (βλ. παραπάνω). Παρόλ’ αυτά, εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αποτελούν παραδείγματα του εκφορικού συστήματος δόμησης που φαίνεται πως χαρακτηρίζει πολλούς ναούς του νησιού και διατηρούν σημαντικά παραδείγματα αρχιτεκτονικής γλυπτικής.

ΙV. Στη θέση «Παλιόκκλησα», σε ύψωμα πάνω από το δρόμο Αετοφωλιάς – Εξωμεριάς και από την πηγή νερού της Ζωδεμένης, διατηρείται σχεδόν καθ’ ύψος ένας ακόμα ναός, στον οποίο έχει γίνει λόγος από αρκετούς μελετητές (Κουτελάκης 1998, 51. Κουτελάκης 2001, 111, 113. 122 σημ. 8, 163 σημ. 58, 231 σημ. 5, 246, 419-421 φωτ. 48-50. Δανούσης 2010, 50-52. Φόνσος 2010, 46-47. Κουτελάκης 2015, 55-56, 64, 176 και σημ. 26): Όμως, δεν υπάρχει λεπτομερής σχεδιαστική του αποτύπωση και ο γύρω χώρος δεν έχει διερευνηθεί συστηματικά, για να αναδειχθούν στοιχεία για τη σαφέστερη χρονολόγησή του και τη μορφή του.

Για τις υπο-ενότητες ΙΙΙ έως και V στόχος είναι η συστηματική περιγραφή και μελέτη τους, σε συνδυασμό με τη σχεδιαστική τους αποτύπωση και την καταγραφή των αρχιτεκτονικών μελών (ΙΙΙ) στη βάση δεδομένων που δημιουργήθηκε, καθώς φαίνεται ότι θα προσφέρουν στοιχεία για την εν πολλοίς άγνωστη, έως τώρα, μεσοβυζαντινή ναοδομία και γλυπτική του νησιού.